Υπάρχουν διάφοροι τύποι εγκαταστάσεων όπου μπορούν να χρησιμοποιηθούν πέλλετς ή μπρικέττες βιομάζας ως καύσιμη ύλη:
Μπορούν να δρουν συμπληρωματικά σε ένα κεντρικό σύστημα θέρμανσης και τροφοδοτούνται χειροκίνητα με πελλέτες, που βρίσκονται συσκευασμένες σε σάκους, ή μπρικέττες.
Οι σόμπες ξύλου τοποθετούνται στο δάπεδο (επιδαπέδια συσκευή).
Συνήθως κατασκευάζονται από χυτοσίδηρο και ο σχεδιασμός τους επιτρέπει χρήση καυσόξυλων μήκους 25 έως 38 cm.
Οι συμβατικές σόμπες ξύλου είναι εξοπλισμένες με τρεις θύρες. Η θύρα που είναι στην κορυφή χρησιμεύει για τη φόρτωση των καυσόξυλων, η μεσαία χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό της σχάρας και η τρίτη για την απομάκρυνση της στάχτης.
Η παροχή αέρα στον θάλαμο καύσης, για τον έλεγχο της έντασης καύσης, μπορεί να ρυθμιστεί χειροκίνητα από κινούμενο διάφραγμα.
Στις απλές σόμπες ξύλου δεν υπάρχει ο διαχωρισμός πρωτογενούς και δευτερογενούς καύσης, με αποτέλεσμα η απόδοσή τους να κυμαίνεται από 30 έως 60 %.
Η τροφοδοσία ξύλου γίνεται χειρωνακτικά, ενώ ο έλεγχος της θερμοκρασίας γίνεται δύσκολα.
Οι σόμπες πελλετών και μπρικεττών (συσσωματωμάτων) είναι κατάλληλες για συνεχή χρήση, καθώς προσφέρουν ελεγχόμενη θερμότητα, όποτε αυτή χρειάζεται.
Η φόρτωση του καυσίμου στον θάλαμο καύσης γίνεται χειρωνακτικά.
Η πρωτογενής και δευτερογενής καύση των αερίων ελέγχεται από ανεμιστήρα χαμηλού θορύβου. Η απόδοσή τους φτάνει στο 80 - 90% της ενέργειας που περιέχεται στο ξύλο για θέρμανση.
Η αποθήκευση των πελλετών γίνεται στο πίσω μέρος της σόμπας, το οποίο έχει χωρητικότητα έως 50 kg πελλετών. Ο χώρος αποθήκευσης προσφέρει αυτονομία 18 έως 32 ώρες, ενώ η απόδοση της σόμπας υπολογίζεται σε 6.000 kcal/h - 12.000 kcal/h.
Είναι δυνατόν, ανάλογα με τη συσκευή, να ρυθμιστεί η ποιότητα της καύσης με τη βοήθεια αισθητήρα ελέγχου CO, ο οποίος εξασφαλίζει βέλτιστη παροχή αέρα για πιο αποδοτική καύση. Οι αισθητήρες δεν χρησιμοποιούνται συχνά σε σόμπες πελλετών λόγω κόστους, ωστόσο χρησιμοποιούνται συχνότερα σε λέβητες.


Ενεργειακό ονομάζεται το τζάκι που εκμεταλλεύεται το μεγαλύτερο ποσοστό της θερμότητας από την καύση του ξύλου, διοχετεύοντάς την στον εσωτερικό χώρο.
Ο βαθμός απόδοσης των εστιών αυτών είναι υψηλότερος από αυτόν των συμβατικών τζακιών και κυμαίνεται από 80 - 85%.
Με τη μετατροπή των παραδοσιακών τζακιών σε ενεργειακά βελτιώνεται κατά πολύ ο βαθμός ενεργειακής απόδοσης, με αποτέλεσμα να επιτυγχάνεται οικονομία στην κατανάλωση καυσίμου. Επίσης, παρατηρείται περιορισμένη εκπομπή καυσαερίων. Αυτό επιτυγχάνεται λόγω της δευτερογενούς καύσης για την καύση του μονοξειδίου του άνθρακα, το οποίο μπορεί να βρίσκεται στα υποπροϊόντα της πρωτογενούς καύσης. Υπάρχει δυνατότητα ελέγχου της καύσης ανάλογα με την επιθυμητή θερμοκρασία και δυνατότητα μετάδοσης της θερμότητας στον χώρο με μηχανική ή φυσική ροή. Εξασφαλίζεται μεγαλύτερη ασφάλεια, λόγω της πόρτας που καλύπτει την περιοχή καύσης, καθώς και ελαχιστοποίηση οσμών και καπνού στο χώρο θέρμανσης.
Τα ενεργειακά τζάκια ταξινομούνται σε δύο κατηγορίες:
- Ενεργειακό τζάκι αέρα, το οποίο λειτουργεί ως αερόθερμο, εκμεταλλεύεται τη θερμότητα που παράγεται στο χώρο καύσης και διοχετεύει θερμό αέρα στον χώρο μέσω των αεραγωγών και των περσίδων του.
- Ενεργειακό τζάκι νερού, το οποίο λειτουργεί ως πλήρης, αυτόνομη μονάδα παραγωγής ζεστού νερού, που διοχετεύεται στα θερμαντικά σώματα μιας οικίας για θέρμανση όλων των χώρων της.
Πλήρως αυτοματοποιημένες εγκαταστάσεις για την παραγωγή θερμότητας και ζεστού νερού. Τροφοδοτούνται από τα σιλό αποθήκευσης, όπου το καύσιμο βρίσκεται σε χύμα μορφή, είτε μέσω ενός αρχιμήδειου (ατέρμονου) κοχλία ή με πνευματικό σύστημα αναρρόφησης. Αν και το κόστος εγκατάστασης τους είναι περίπου 30% υψηλότερο από τα συμβατικά συστήματα, το σημαντικά χαμηλότερο κόστος του καυσίμου καθιστά την επένδυση προσοδοφόρα.
Oι σύγχρονοι καυστήρες/λέβητες, που χρησιμοποιούν τεμαχίδια ξύλου (woodchips), συσσωματώματα (pellets), ή τεμάχια από ξύλα, είναι συσκευές υψηλής τεχνολογίας με αυτόματη τροφοδοσία καυσίμου. Λειτουργούν σε υψηλές θερμοκρασίες, με ηλεκτρονικά ελεγχόμενη παροχή αέρα και μπορούν να αποδώσουν πάνω από το 90% της ενέργειας που περιέχεται στο ξύλο για θέρμανση.

Οι σύγχρονοι καυστήρες/λέβητες έχουν τη δυνατότητα να ζεστάνουν οποιονδήποτε χώρο εύκολα, γρήγορα και οικονομικά.
Αποτελούν μία πολύ καλή επιλογή, ιδιαίτερα αν τους συγκρίνουμε με το παραδοσιακό τζάκι, του οποίου η απόδοση φτάνει το 10%, ή έναν συμβατικό καυστήρα/λέβητα ξύλου, που αποδίδει έως 50%. Μπορούν να συνδεθούν με θερμαντικά σώματα και έχουν τη δυνατότητα να λειτουργούν ανεξάρτητα, ως κύρια πηγή ενέργειας, ή σε παράλληλη σύνδεση με καυστήρα/λέβητα κεντρικής θέρμανσης - πετρελαίου, στερεών καυσίμων κ.ά..
Παρέχουν εξοικονόμηση ενέργειας μέσω του ζεστού νερού που παράγεται (το οποίο έχει την ικανότητα να θερμαίνει τα θερμικά σώματα μέσω κυκλώματος).
Επιπλέον, δεν παράγουν ορατό καπνό και οι εκπομπές τους είναι πολύ χαμηλές, όσες αυτές ενός λέβητα φυσικού αερίου.
Οι πιο εξελιγμένοι τεχνολογικά καυστήρες/λέβητες διαθέτουν αυτόματο σύστημα για τον καθαρισμό των εναλλακτών θερμότητας και την απομάκρυνση της στάχτης.
Ορισμένοι έχουν τη δυνατότητα συμπίεσης της στάχτης, ώστε το καθάρισμα να γίνεται αναγκαίο μόνο δύο φορές το χρόνο. Η λειτουργία τους είναι αυτόματη, όπως στους

καυστήρες/λέβητες πετρελαίου.
Στον καυστήρα/λέβητα συσσωματωμάτων η τροφοδοσία γίνεται μία φορά την ημέρα. Διαθέτει χώρο αποθήκευσης, ο οποίος παρέχει αυτονομία για 10 - 30 ημέρες ανάλογα με το μέγεθός του.
Ο καυστήρας/λέβητας ξύλου τροφοδοτείται 3 - 4 φορές την ημέρα (όχι αυτόματα).
Η αποδιδόμενη ενέργεια του καυστήρα/λέβητα ξύλου ή πελλετών είναι 18.000 kcal/h έως 150.000 kcal/h, ανάλογα με το μέγεθός του.
Τα κύρια μειονεκτήματα των συστημάτων αυτών είναι οι απαιτήσεις για χώρο αποθήκευσης και η διαθεσιμότητα της πρώτης ύλης.