Μερικές πρώτες ύλες, που μπορούν να επεξεργάζονται στα εργοστάσια αυτά, είναι οι εξής:
Α. Ζωική κοπριά.
Μέχρι σήμερα, η ζωική κοπριά απορρίπτεται ή, στην καλύτερη περίπτωση, διαχειρίζεται ως λίπασμα άναρχα, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται διάφορα προβλήματα στις καλλιέργειες, ενώ ταυτόχρονα αποβάλλεται στην ατμόσφαιρα μεθάνιο που είναι υπεύθυνο για το φαινόμενο του θερμοκηπίου 21 φορές περισσότερο από το διοξείδιο του άνθρακα. Επιπλέον, η άναρχη διαχείριση της κοπριάς προκαλεί φαινόμενα ευτροφισμού και μία γενικότερη μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα, με αρνητικές συνέπειες και σε άλλους τομείς της εθνικής μας οικονομίας. Έτσι, η κοπριά αποτελεί απόβλητο μιας κτηνοτροφικής μονάδας και γι' αυτό ο κτηνοτρόφος πρέπει να υποχρεώνεται από την τοπική αυτοδιοίκηση να τη διαχειρίζεται σωστά για να μην καταβάλει τα σχετικά πρόστιμα.
Μοναδικό δρόμο για τη διαχείριση της κοπριάς, από την οποία ο κτηνοτρόφος δεν θα κερδίζει μόνο τα πρόστιμα, αποτελεί η χρήση της ως πρώτη ύλη για την παραγωγή βιοαερίου και στη συνέχεια ενέργειας, σε οργανωμένα εργοστάσια συνδυασμένης αναερόβιας χώνευσης. Επιπλέον, η χρήση αυτή είναι καθοριστική, καθώς διαθέτει τους απαραίτητους μικροοργανισμούς για την πραγματοποίηση της αναερόβιας χώνευσης και μπορεί να παρουσιάζει σταθερή παροχή καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Η προσωρινή αποθήκευση της κοπριάς πραγματοποιείται σε μεταλλικές ή τσιμεντένιες δεξαμενές στο εργοστάσιο ή/και στην κτηνοτροφική μονάδα. Στη συνέχεια, η κοπριά οδηγείται σε μονάδα αποστείρωσης για επεξεργασία, προτού εισέλθει στη δεξαμενή ανάμιξης του εργοστασίου.
Β. Ενεργειακές καλλιέργειες.
Ενεργειακές καλλιέργειες, όπως π.χ. το ενσίρωμα του καλαμποκιού ή και άλλων φυτών, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πρώτη ύλη για την παραγωγή βιοαερίου σε συνδυασμό με άλλες οργανικές ύλες, όπως η κοπριά. Οι ποσότητες του βιοαερίου που παράγονται μόνο από τη συμμετοχή του καλαμποκιού, αλλά και άλλων φυτών, είναι πάρα πολύ μεγάλες. Βέβαια, το κόστος κτήσης του ενσιρώματος δεν επιτρέπει μεγάλα περιθώρια κέρδους σε σχέση με τα κέρδη που προκύπτουν από άλλες πρώτες ύλες, όπως απόβλητα φυτικά λάδια και ζωικά λίπη κακής ποιότητας, οργανικά γεωργικά και βιομηχανικά απόβλητα κ.ά. Στην περίπτωση, όμως, που εξασφαλιστεί η συγκεκριμένη πρώτη ύλη μέσω μακροχρόνιων συμβολαίων μεταξύ της εταιρείας και των αγροτών, τότε η τιμή του ενσιρώματος θα είναι χαμηλότερη, οπότε τα κέρδη από τη χρησιμοποίησή του θα είναι μεγαλύτερα για την εταιρεία και ο αγρότης θα έχει μεν μικρότερο εισόδημα, αλλά το εισόδημα αυτό θα είναι σταθερότερο.
Συμπερασματικά, η ανάπτυξη της καλλιέργειας του καλαμποκιού ή και άλλων φυτών μπορεί να γίνει ιδιαίτερα αποδοτική για τον αγρότη, αν συνδυαστεί με την παραγωγή ενέργειας.
Η αποθήκευση του ενσιρώματος στο εργοστάσιο δεν απαιτεί επιπλέον έξοδα εγκατάστασης και γίνεται μία ή δύο φορές το χρόνο, ανάλογα αν αυτό είναι καλαμποκιού ή άλλου φυτού. Το ενσίρωμα εξασφαλίζει σταθερή παροχή καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Γ. Γεωργικά απόβλητα.
Τα απόβλητα μιας γεωργικής εκμετάλλευσης συνίστανται σε στερεή βιομάζα που αποβάλλεται μετά τη συγκομιδή, σε φρούτα και άλλα που δεν μπορούν να αξιοποιηθούν και άρα σαπίζουν κ.ά. Οι ποσότητες του βιοαερίου που παράγονται από τα συγκεκριμένα απόβλητα είναι πάρα πολύ μεγάλες και το αντίστοιχα κέρδη είναι επίσης μεγάλα, αφού το κόστος κτήσης τους είναι μηδενικό (κανονικά θα έπρεπε να είναι αρνητικό, δηλαδή το εργοστάσιο θα έπρεπε να πληρώνεται από τον αγρότη για να τα διαχειρίζεται και να μη μολύνεται έτσι ο υδροφόρος ορίζοντας και το περιβάλλον). Η αποθήκευση των αποβλήτων αυτών πραγματοποιείται σε μεταλλικές ή τσιμεντένιες δεξαμενές εντός του εργοστασίου.
Δ. Βιομηχανικά απόβλητα.
Τα βιομηχανικά απόβλητα, π.χ. εργοστασίων παραγωγής κονσερβών, παραγωγής και συσκευασίας χυμών, παραγωγής τυριών και άλλων γαλακτοκομικών προϊόντων, καθώς και άλλων συναφών εργοστασίων, συνιστούν μεγάλες ποσότητες, οι οποίες παράγουν τεράστιες ποσότητες βιοαερίου. Τα αντίστοιχα κέρδη είναι το ίδιο τεράστια, αφού τα κόστη κτήσης των αποβλήτων αυτών είναι αρνητικά, δηλαδή η εταιρεία θα πληρώνεται από τα εργοστάσια αυτά επειδή θα παραλαμβάνει τα απόβλητα και θα τα διαχειρίζεται.
Η αποθήκευση και αυτών των αποβλήτων πραγματοποιείται σε μεταλλικές ή τσιμεντένιες δεξαμενές εντός του εργοστασίου.
Ε. Απόβλητα - υποπροϊόντα σφαγείων.
Τα μέρη του ζώου που αποβάλλονται μετά τη σφαγή του και τα οποία δεν περιέχουν κοπριές ταξινομούνται ως υλικά (υποπροϊόντα) κατηγορίας 3, ενώ π.χ. τα εντόσθια με τις κοπριές θεωρούνται υλικά (απόβλητα) κατηγορίας 2. Τα υλικά αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν στη μονάδα παραγωγής βιοαερίου μετά από επεξεργασία. Συγκεκριμένα, σε πρώτη φάση θα οδηγούνται σε τεμαχιστή, όπου θα επιτυγχάνεται η επιθυμητή μείωση των διαστάσεων τους, και στη συνέχεια θα επεξεργάζονται σε μονάδα αποστείρωσης ή αδρανοποίησης.
Η αποστειρωμένη ή αδρανοποιημένη ποσότητα των υλικών αυτών θα αποθηκεύεται σε μεταλλική δεξαμενή προτού εισέλθει στη δεξαμενή ανάμιξης του εργοστασίου.
ΣΤ. Τυρόγαλα.
Σύνηθες οργανικό απόβλητο, που χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη σε μονάδες παραγωγής βιοαερίου, είναι το τυρόγαλα καθώς και τα απόνερα ενός τυροκομείου. Η χρησιμότητα του τυρογάλακτος στη διεργασία είναι διπλή: Αφενός βοηθά στην αραίωση του μίγματος των πρώτων υλών, διευκολύνοντας, έτσι, τη διαχείρισή τους, και αφετέρου παράγει κατά την αναερόβια χώνευσή του σημαντική ποσότητα βιοαερίου. Το τυρόγαλα αποθηκεύεται μαζί με τα απόνερα σε μεταλλικές ή τσιμεντένιες δεξαμενές εντός του εργοστασίου προτού μεταφερθεί στη δεξαμενή ανάμιξης της μονάδας.
Ζ. Οργανικά απόβλητα πολυκαταστημάτων.
Τα super markets αποβάλλουν τρόφιμα και άλλα, υψηλού οργανικού φορτίου, τα οποία, πλέον, όχι μόνο μπορούν να διαχειριστούν αλλά να αξιοποιηθούν, παράγοντας πολύ μεγάλα ποσά ενέργειας, μέσω της διαδικασίας της συνδυασμένης αναερόβιας χώνευσης. Τέτοια απόβλητα είναι τρόφιμα και άλλα, που έχουν λήξει ή που έχουν αλλοιωθεί κ.λπ..
Η. Νεκρά ζώα κατηγορίας 2.
Τα ζώα που έχουν πεθάνει με φυσικό τρόπο ή έχουν σφαχθεί για λόγους εκτός της ανθρώπινης κατανάλωσης θεωρούνται ως υλικά (απόβλητα) κατηγορίας 2. Τα ζώα αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πρώτες ύλες σε μονάδες παραγωγής βιοαερίου μόνο εφόσον έχουν υποστεί κατάλληλη επεξεργασία η οποία θα περιλαμβάνει:
α) Την αρχική αποθήκευσή τους σε βιομηχανικά ψυγεία.
β) Την αφαίρεση των υλικών ειδικού κινδύνου (Υ.Ε.Κ.) που εμπεριέχουν, τα οποία θεωρούνται ως υλικά (απόβλητα) κατηγορίας 1 και θα οδηγούνται αποκλειστικά προς αποτέφρωση. Τέτοια υλικά, π.χ. για τα βοοειδή, είναι το κρανίο, ο νωτιαίος μυελός, οι αμυγδαλές, ο εντερικός σωλήνας και η σπονδυλική στήλη. Μετά την απομάκρυνση των Υ.Ε.Κ., τα κουφάρια των ζώων θα οδηγούνται σε ειδικό σπαστήρα όπου θα συνθλίβονται σε μικρότερα κομμάτια. Ακολούθως, τα κομμάτια αυτά θα πολτοποιούνται σε τεμαχιστή (κρεατομηχανή) όπου θα αποκτούν τη μορφή κιμά. Τέλος, για την αποστείρωσή τους θα επεξεργάζονται για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 20 min, σε θερμοκρασία τουλάχιστον 133°C και πίεση μεγαλύτερη ή ίση των 3 bar. Η θερμή πολτοποιημένη μάζα του νεκρού ζώου, αποστειρωμένη πλέον, θα αποθηκεύεται σε μεταλλικές δεξαμενές προτού εισέλθει στον πρωτεύοντα χωνευτήρα της βοηθητικής (ανεξάρτητης) γραμμής της κύριας μονάδας.
Εναλλακτικά, τα νεκρά ζώα, ως έχουν, μπορούν να οδηγηθούν σε σύγχρονο αποτεφρωτήρα, ο οποίος έχει τη δυνατότητα ανάκτησης και εκμετάλλευσης της παραγόμενης θερμότητας. Το στερεό υπόλειμμα αποτελεί μόνο το 5% της αρχικής μάζας, είναι πλήρως αδρανοποιημένο και θα οδηγείται σε ΧΥΤΥ.
Συνοπτική περιγραφή της παραγωγικής διαδικασίας
Όλα τα παραπάνω υλικά (εκτός τα νεκρά ζώα) οδηγούνται, με προκαθορισμένη αναλογία, σε δεξαμενή ανάμιξης, όπου επιτυγχάνεται η ομογενοποίησή τους. Το ομογενοποιημένο μίγμα οδηγείται στους κύριους χωνευτήρες του εργοστασίου, όπου αναδεύεται σε θερμοκρασία 37°C για χρονικό διάστημα 20-40 ημερών.
Ο αποστειρωμένος πολτός των νεκρών ζώων (εφόσον αποφασιστεί αυτά να γίνουν βιοαέριο) θα οδηγείται αποκλειστικά σε βοηθητική γραμμή χώνευσης (η οποία θα περιλαμβάνει κύριο και δευτερεύοντα χωνευτήρα), μαζί με μία πολύ μικρή ποσότητα του μίγματος από τη δεξαμενή ανάμιξης, για λόγους ρύθμισης των απαραίτητων για τη χώνευση ιδιοτήτων του υποστρώματος. Η εισαγωγή του πολτού των νεκρών ζώων στην κύρια γραμμή χώνευσης δεν προτείνεται προκειμένου να παράγονται δύο οργανικά λιπάσματα, ένα πρώτης ποιότητας (από τις άλλες πρώτες ύλες) και ένα δεύτερης ποιότητας (από τα νεκρά ζώα).
Μετά τους κύριους χωνευτήρες το μίγμα (παραχθέν βιοαέριο, νερό και χωνευμένο υπόλειμμα) οδηγείται σε δευτερεύοντες χωνευτήρες, όπου γίνεται ωρίμανση του μίγματος και διαχωρισμός του βιοαερίου από το υγρό χωνευμένο υπόλειμμα.
Το υγρό υπόλειμμα οδηγείται σε αεροστεγή δεξαμενή αποθήκευσης. Στη συνέχεια μπορεί να περνά από φυγοκεντρικό διαχωριστήρα στερεού - υγρού ή φιλτρόπρεσα, απ’ όπου λαμβάνονται ως προϊόντα ένα στερεό και ένα υγρό κλάσμα. Το στερεό κλάσμα (με υγρασία τουλάχιστον 50%) πιστοποιείται και μπορεί να χρησιμοποιείται ως βιολογικό λίπασμα (μετά από κατάλληλη επεξεργασία και εμπλουτισμό). Το υγρό κλάσμα ως έχει ή μετά από κάποιο φιλτράρισμα μπορεί να χρησιμοποιείται για άρδευση.
Το παραγόμενο βιοαέριο παραμένει προσωρινά αποθηκευμένο στους δευτερεύοντες χωνευτήρες και στη συνέχεια επεξεργάζεται σε κατάλληλες διατάξεις αφύγρανσης και αποθείωσης. Στη συνέχεια τροφοδοτεί, δηλαδή χρησιμοποιείται ως καύσιμο σε μηχανή εσωτερικής καύσης (ΜΕΚ) που κινεί γεννήτρια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η μηχανή διαθέτει και σύστημα ανάκτησης της παραγόμενης θερμότητας.
Tο κόστος ενός τέτοιου εργοστασίου εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως:
α) Η επιλογή των πρώτων υλών, οι οποίες απαιτούν συγκεκριμένη προεπεξεργασία πριν περάσουν στον πρωτεύοντα χωνευτήρα. Π.χ. τα απόβλητα και υποπροϊόντα σφαγείων χρειάζονται παστερίωση ή και αδρανοποίηση, οπότε το εργοστάσιο πρέπει να διαθέτει και μονάδα παστερίωσης ή αδρανοποίησης. Βέβαια, τα απόβλητα σφαγείων έχουν gate fee, το οποίο συνεπάγεται μεγαλύτερα έσοδα για το εργοστάσιο. Επίσης, η δυνατότητα επεξεργασίας των αποβλήτων και υποπροϊόντων των σφαγείων της περιοχής καθιστά το εργοστάσιο ως έναν σοβαρό μοχλό διαχείρισης πολύ κακής βιομάζας, με σημαντικές θετικές επιχειρηματικές προεκτάσεις.
β) Το υλικό των πρωτευόντων χωνευτήρων. Υπάρχουν λύσεις για μια ζωή (χαλύβδινος χωνευτήρας με εσωτερική επίστρωση γυαλιού, λύση που προτείνουμε) και λύσεις φθηνότερες (χωνευτήρας από μπετό με ειδική εσωτερική επίστρωση, την οποία πρέπει να ανανεώνουμε, λύση που απαιτεί εισαγόμενο είδος μπετού κ.ά.).
γ) Ο τρόπος διαχείρισης του υγρού χωνεμένου υπολείμματος. Υπάρχει η λύση αυτό να οδηγηθεί στις καλλιέργειες όπως προκύπτει μετά τη χώνευση. Μία καλύτερη λύση απαιτεί διαχωρισμό του και χρήση των κλασμάτων στις καλλιέργειες, ως έχουν ή μετά από περαιτέρω επεξεργασία τους. Το στερεό κλάσμα μπορεί να διαχειριστεί μέχρι και την παραγωγή πρώτης ποιότητας λιπάσματος, το οποίο προσθέτει μεγάλα κέρδη στο εργοστάσιο.
δ) Το υλικό κατασκευής των δεξαμενών προσωρινής αποθήκευσης των πρώτων υλών.
ε) Ο κατάλληλος σχεδιασμός, ο τρόπος κατασκευής και εγκατάστασης του εργοστασίου, λαμβάνοντας υπόψη μας όλες τις τεχνικοοικονομικές και επιχειρηματικές παραμέτρους του έργου, στα πλαίσια μιας κάθετης παραγωγικής διαδικασίας, η οποία δεν θα περιορίζεται μόνο στο συγκεκριμένο εργοστάσιο, αλλά θα επεκτείνεται στην ανάπτυξη και συνεπώς εξασφάλιση όλων των δυνατών πρώτων υλών, καθώς και στην εκμετάλλευση όλων των παραπροϊόντων της παραγωγικής διαδικασίας (η θερμότητα να οδηγείται σε θερμοκήπιο ή για τηλεθέρμανση και τηλεψύξη, το χωνεμένο υπόλειμμα για εδαφοβελτιωτικό κ.ά.).
Η επένδυση μπορεί να χρηματοδοτηθεί από τον Αναπτυξιακό Νόμο. Στην περίπτωση, όμως, που δεν θα γίνει χρήση κάποιου επενδυτικού νόμου, τότε η τιμή πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας θα είναι αυξημένη κατά 15%, δηλαδή η τιμή αυτή θα διαμορφωθεί στα 253 €/MWhel (από τα 220 €/MWhel).
Ακολουθούν κάποια τεχνικοοικονομικά στοιχεία ενός έργου βιοαερίου εγκατεστημένης ηλεκτρικής ισχύος 1 MWel.
Το συνολικό κόστος του εργοστασίου δεν ξεπερνά το ποσό των 4.500.000 €.
Η εγκατεστημένη ηλεκτρική ισχύς του εργοστασίου, δηλαδή η ονομαστική ισχύς της Μηχανής ή η συνολική ονομαστική ισχύς των Μηχανών Εσωτερικής Καύσης (ΜΕΚ) όπου θα καίγεται το παραγόμενο βιοαέριο, θα είναι 0,996 MWel.
Για να παράγουμε με ασφάλεια τη συγκεκριμένη ηλεκτρική ισχύ, με το μικρότερο κόστος κτήσης των πρώτων υλών και το μικρότερο κόστος διαχείρισής τους, καθώς και το μικρότερο δυνατό λειτουργικό κόστος του εργοστασίου, θα πρέπει να επιλέξουμε τις κατάλληλες ποσότητες των κατάλληλων πρώτων υλών για τη συνδυασμένη αναερόβια χώνευσή τους. Η συγκεκριμένη επιλογή εξαρτάται και από τις δυνατότητες που προσφέρει η ευρύτερη περιοχή του εργοστασίου, από την πολιτική του φορέα (της εταιρείας) εκμετάλλευσης του έργου και από πολλούς άλλους παράγοντες, κάποιοι από τους οποίους σχετίζονται με τη διεργασία της συνδυασμένης αναερόβιας χώνευσης.
Η ποσότητα ενός συνηθισμένου συνδυασμού - μίγματος πρώτων υλών, που θα επεξεργάζεται στο εργοστάσιο, ξεπερνά τους 100 τόνους/ημέρα. Από την ποσότητα αυτή, τουλάχιστον το 90% θα αποτελεί στο τέλος της διεργασίας το υγρό χωνεμένο υπόλειμμα, το οποίο ως έχει ή μετά από επεξεργασία θα πηγαίνει στις καλλιέργειες ως εδαφοβελτιωτικό.
Η ποσότητα του παραγόμενου βιοαερίου ξεπερνά τα 3.000.000 m3/χρόνο. Το βιοαέριο αποτελείται κυρίως από μεθάνιο (CH4) σε ποσοστό πάνω από 60%, από διοξείδιο του άνθρακα (CO2) σε ποσοστό πάνω από 30% και από άλλα αέρια σε πολύ μικρότερες συγκεντρώσεις. Το αέριο που καίγεται στις ΜΕΚ είναι το μεθάνιο.
Στη ΔΕΗ θα πωλείται ηλεκτρική ισχύς τουλάχιστον (0,996 MWel) x (95% λόγω απωλειών δικτύου κ.λπ.) x (96% λόγω σέρβις κινητήρων κ.λπ.) = 0,908 MWel, άρα ηλεκτρική ενέργεια (0,908 MWel) x (24 ώρες/ημέρα) x (365 ημέρες/χρόνο) = 7.957 MWhel/χρόνο.
Η τιμή πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας στη ΔΕΗ είναι 253 €/MWhel.
Άρα, τα έσοδα από την πώληση της ηλεκτρικής ενέργειας θα είναι τουλάχιστον (7.957 MWhel/χρόνο) x (253 €/MWhel) = 2.013.162 €/χρόνο.
Στο εργοστάσιο (στις ΜΕΚ) θα παράγεται και θερμική ισχύς περίπου 1 MWth, από την οποία ένα μέρος (ποσοστό 30%) θα χρησιμοποιείται ως ιδιοκατανάλωση του εργοστασίου, άρα θερμική ισχύς 0,7 MWth θα μπορεί να αξιοποιείται π.χ. για θέρμανση θερμοκηπίου ή τηλεθέρμανση.
Επίσης, όπως είπαμε, το εργοστάσιο θα παράγει και υγρό χωνεμένο υπόλειμμα.
Προφανώς, τα έσοδα από την εκμετάλλευση της διαθέσιμης θερμικής ενέργειας (ισχύος 0,7 MWth) και από την εκμετάλλευση του χωνεμένου υπολείμματος, στα πλαίσια της καθετοποίησης του εργοστασίου και της παραγωγικής διαδικασίας, είναι πολλά, άμεσα και έμμεσα.
Τα έξοδα του εργοστασίου προκύπτουν από τα έξοδα λειτουργίας του και από τα έξοδα κτήσης των πρώτων υλών, ιδίως όταν αυτά είναι προϊόντα ενεργειακών καλλιεργειών.
Τελικά, τo ελάχιστο κέρδος της εταιρείας, στα στενά πλαίσια του εργοστασίου και μόνο από την πώληση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, πάντα προ φόρων, δεν θα είναι μικρότερο από 1.000.000 €/χρόνο.
Το κέρδος της εταιρείας αυξάνεται πολύ όταν η επιχειρηματική δράση καθετοποιηθεί και διευρυνθεί. Οι παράμετροι και οι επιχειρηματικές προοπτικές ενός τέτοιου έργου είναι πάρα πολλές. Η εγκατάσταση του εργοστασίου αποτελεί μόνο την αρχή.
Η καθετοποίηση του έργου προς την κατεύθυνση των προϊόντων είναι απαραίτητη. Όπως είπαμε, από το εργοστάσιο δεν παράγεται μόνο ηλεκτρική ενέργεια, αλλά και θερμική καθώς και βιολίπασμα.
Η διαθέσιμη θερμική ενέργεια (ισχύος 0,7 MWth) μπορεί να οδηγηθεί σε ένα θερμοκήπιο εντατικής καλλιέργειας ντομάτας, μέγιστης έκτασης 5 στρεμμάτων, το οποίο θα εγκατασταθεί δίπλα στο εργοστάσιο. Όπως είναι γνωστό, το 75% από τα έξοδα λειτουργίας ενός θερμοκηπίου οφείλεται στην ενέργεια που απαιτείται για τη θέρμανση του θερμοκηπίου. Το κόστος του θερμοκηπίου αυτού δεν θα ξεπεράσει το ποσό των 300.000 €. Τα κέρδη από τη διάθεση της ντομάτας, σε επίπεδο χονδρικής πώλησης, ξεπερνούν το ποσό των 130.000 €/χρόνο.
Το υγρό χωνεμένο υπόλειμμα μπορεί να οδηγηθεί σε καλλιεργούμενες εκτάσεις ως έχει, δηλαδή όπως προκύπτει από τη διεργασία της αναερόβιας χώνευσης, ή μετά από επεξεργασία του (διαχωρισμό κ.λπ.). Η νομοθεσία ευνοεί, πλέον, τη διάθεση του υπολείμματος αυτού στις καλλιέργειες, η οποία πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες λίπανσης και την εν γένει καλλιεργητική πρακτική. Τα κέρδη για την εταιρεία, στη χειρότερη περίπτωση, θα είναι έμμεσα. Αν, όμως, το υπόλειμμα αυτό διαχωριστεί και στη συνέχεια επεξεργαστεί μέχρι και τη μορφή του στερεού λιπάσματος, τότε τα αντίστοιχα επιπλέον κέρδη της εταιρείας από την πώληση ενός βιολογικού λιπάσματος και τη διάθεση αζωτούχου νερού σε καλλιέργειες θα ξεπερνούν το ποσό των 550.000 €/χρόνο. Το συνολικό κόστος εγκατάστασης μιας τέτοιας μονάδας επεξεργασίας του υγρού χωνεμένου υπολείμματος δεν ξεπερνά το ποσό του 1.200.000 €.
Η AGROENERGY διαθέτει την απαραίτητη τεχνογνωσία και τεχνολογία, τις κατάλληλες συνεργασίες με εταιρείες του εξωτερικού και την επιχειρηματική ανησυχία για να υλοποιήσει τα έργα αυτά, από τον αρχικό σχεδιασμό της παραγωγικής διαδικασίας μέχρι και την εγκατάσταση του εργοστασίου "με το κλειδί στο χέρι", το start-up και την εκπαίδευση του κατάλληλου προσωπικού λειτουργίας του εργοστασίου, την εγγύηση σωστής λειτουργίας του εργοστασίου και κάθε επιμέρους εξοπλισμού καθώς και της απόδοσης σε ενέργεια, σύμφωνα με το αρχικό επιχειρηματικό σχέδιο που θα καταθέσει η εταιρεία μας στο επιχειρηματικό σχήμα υλοποίησης του έργου.
Γενικότερα, η AGROENERGY Α.Ε., ως μία εταιρεία η οποία δραστηριοποιείται στην αξιοποίηση και διαχείριση των ανανεώσιμων και εναλλακτικών πηγών ενέργειας, καθώς και στην έρευνα και εξέλιξη της τεχνολογίας στον τομέα αυτόν, αναλαμβάνει την ανάπτυξη, διαχείριση και εκμετάλλευση σχετικών έργων και γενικότερα έργων παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένων των μελετών και του σχεδιασμού, της αδειοδότησης, της κατασκευής και εγκατάστασης, της λειτουργίας και επίβλεψης αλλά και της συντήρησης, επέκτασης και συνολικής διαχείρισης των αντίστοιχων εργοστασίων, καθώς και την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών και management σε εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Η AGROENERGY πρέπει να συμμετέχει και ως μέτοχος σε ένα τέτοιο έργο.
Συγκεκριμένα, η εκμετάλλευση του εργοστασίου και η περαιτέρω ανάπτυξή του στα πλαίσια της κάθετης παραγωγικής διαδικασίας πρέπει να γίνει από ένα επιχειρηματικό σχήμα στο οποίο θα συμμετέχει η AGROENERGY. Το σχήμα αυτό θα είναι μία νέα εταιρεία, η οποία θα ολοκληρώσει την αδειοδότηση της ηλεκτροπαραγωγής και της εγκατάστασης του εργοστασίου και στην οποία θα εκχωρηθεί η άδεια του εργοστασίου. Η νέα εταιρεία θα μπορεί να καθετοποιήσει το έργο και προς την κατεύθυνση των πρώτων υλών και προς την κατεύθυνση των προϊόντων και παραπροϊόντων της παραγωγικής διαδικασίας. Επίσης, η νέα εταιρεία θα μπορεί να εφαρμόσει τη συγκεκριμένη επιχειρηματική δράση και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας και όχι μόνο, αναπτύσσοντας παρόμοια έργα. Επιπλέον, η νέα εταιρεία θα μπορεί να επιχειρήσει και σε άλλους συναφείς τομείς που σχετίζονται με τη διαχείριση και την αξιοποίηση αποβλήτων και υπολειμμάτων.
Η AGROENERGY θα συμμετέχει στη νέα εταιρεία με ένα ποσοστό χωρίς οικονομική υποχρέωση. Ο βασικός χρηματοδότης θα εξασφαλίσει τη χρηματοπιστωτική υποστήριξη της επένδυσης και θα εγγυηθεί για το δάνειο. Το τεχνικό management του έργου αναλαμβάνει η AGROENERGY, στα πλαίσια ετήσιας αμοιβής.
Εναλλακτικά, η συμμετοχή της AGROENERGY ως μέτοχος στο έργο μπορεί να γίνει με την εξασφάλιση ενός ποσοστού επί των εσόδων από την πώληση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας.
Το κάθε έργο έχει δύο φάσεις - υποέργα.
Η πρώτη φάση (το πρώτο υποέργο Α) ολοκληρώνεται με την απόκτηση της άδειας εγκατάστασης του εργοστασίου και της διάθεσης της ηλεκτρικής ενέργειας.
Στη δεύτερη φάση (στο δεύτερο υποέργο Β) ο επιχειρηματίας περνά όταν αποφασίσει ότι θα κάνει το έργο. Τότε κατασκευάζεται, εγκαθίσταται και ξεκινά τη λειτουργία του το εργοστάσιο. Στη φάση αυτή θα ξεκινήσουν οι διαδικασίες απόκτησης της οικοδομικής άδειας, οι παραγγελίες κ.λπ..
Στα πλαίσια της πρώτης φάσης του έργου, δηλαδή για το υποέργο Α υλοποίησης του εργοστασίου, υπάρχουν τέσσερις επιμέρους φάσεις - τέσσερα επιμέρους έργα. Η AGROENERGY αναλαμβάνει και τα τέσσερα αυτά επιμέρους έργα.
Συγκεκριμένα, η AGROENERGY αναλαμβάνει:
ii) Τις εργασίες εκπόνησης τοπογραφικού κ.ά. - την απόκτηση της άδειας χρήσης γης.
Συγκεκριμένα, η AGROENERGY αναλαμβάνει:
Στο επιμέρους αυτό έργο του υποέργου Β της AGROENERGY περιλαμβάνονται και τα εξής:
α) Η επίβλεψη και ευθύνη της εγκατάστασης του εργοστασίου και υλοποίησης όλου του έργου.
β) Η έναρξη λειτουργίας (το start up) του εργοστασίου και η εκπαίδευση του κατάλληλου προσωπικού του εργοστασίου, το οποίο θα επιλεγεί με υπόδειξη και ευθύνη της AGROENERGY.
γ) Η εγγύηση σωστής λειτουργίας και κάθε επιμέρους εξοπλισμού του εργοστασίου, καθώς και της απόδοσής του σε ενέργεια, σύμφωνα με το επιχειρηματικό σχέδιο (business plan) που θα έχει καταθέσει η AGROENERGY.
Μετά την έναρξη λειτουργίας και την παράδοση του εργοστασίου από την AGROENERGY (τουλάχιστον σε τρεις μήνες μετά το start-up), η AGROENERGY αναλαμβάνει το τεχνικό management του εργοστασίου, δηλαδή τη συνεχή επιστημονική και τεχνική υποστήριξη όλης της διεργασίας, εξασφαλίζει διαρκή παροχή τεχνογνωσίας και τεχνολογίας, καθοδηγεί την πιστοποίηση και τη διαχείριση των πρώτων υλών, του παραγόμενου βιοαερίου και των άλλων προϊόντων και παραπροϊόντων της παραγωγικής διαδικασίας και συμβάλλει στη διαχείριση του εργοστασίου.