Μία επιχειρηματική δράση παραγωγής βιοκαυσίμων συνίσταται στην παραγωγή υγρών βιοκαυσίμων (βιοντίζελ, βιοαιθανόλης, πράσινου ντίζελ κ.λπ., κυρίως δεύτερης και τρίτης γενιάς) από αγροτοβιομηχανική και άλλη βιομάζα.
Μία παράλληλη επιχειρηματική δράση συνίσταται στην παραγωγή αερίων βιοκαυσίμων (βιοαερίου, βιοϋδρογόνου, αερίου σύνθεσης - syngas κ.ά.) και ενέργειας από αυτά (ηλεκτρικής και θερμικής), με πρώτες ύλες αγροτική (γεωργική και κτηνοτροφική) και βιομηχανική βιομάζα, κυρίως την απόβλητη και υπολειμματική, καθώς και το οργανικό ζυμώσιμο κλάσμα των αστικών αποβλήτων.
Τα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη, που απορρέουν από τις επιχειρηματικές αυτές δράσεις, είναι πολλά.
Δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας, τόσο στα πλαίσια της παραγωγικής διαδικασίας όσο και στη γενικότερη διαχείριση των παραγόμενων προϊόντων.
Οι πρώτες ύλες παράγονται ή προκύπτουν ως απόβλητα και υπολείμματα σε τοπικό επίπεδο, ενισχύοντας έτσι την αγροτική και μεταποιητική - βιομηχανική οικονομία και κατ’ επέκταση την οικονομία της περιοχής.
Οι αγρότες μπορούν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία αυτή ώστε νέες ή ήδη υπάρχουσες καλλιέργειες να χαρακτηριστούν ως ενεργειακές.
Στη Ελλάδα πολλές εκτάσεις έχουν εγκαταλειφτεί. Άλλες εκτάσεις έχουν απαξιωθεί.
Κλασικά φυτά, όπως ο καπνός και το βαμβάκι, στα οποία στηριζόταν έως τώρα η αγροτική δράση σε μεγάλο βαθμό, πρέπει να μειωθούν.
Στις εκτάσεις αυτές και στη θέση των φυτών αυτών μπορούν να καλλιεργηθούν φυτά που είναι σε θέση να δώσουν μεγαλύτερο εισόδημα στον αγρότη, χωρίς την ανάγκη της επιδότησης, με την προϋπόθεση, όμως, ότι ολόκληρο το φυτό θα οδηγείται σε ενεργειακή και άλλη χρήση, στα πλαίσια μιας κάθετης επιχειρηματικής δράσης όπου μπορεί να συμμετέχει και ο ίδιος ο αγρότης.
Η αξιοποίηση των αγροτικών αποβλήτων και υπολειμμάτων για την παραγωγή ενέργειας συνεπάγεται διπλό όφελος για τον παραγωγό: Τον απαλλάσσει από τα μεγάλα προβλήματα που προκαλούν στις κτηνοτροφικές μονάδες και στα χωράφια, όταν μένουν και σαπίζουν σε αυτά, και επιπλέον ωφελείται οικονομικά από τη μετατροπή τους σε ενέργεια.
Η ενεργειακή αξιοποίηση των οργανικών αποβλήτων και υπολειμμάτων μονάδων μεταποίησης αγροτικών προϊόντων και άλλων βιομηχανικών μονάδων ενισχύει τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων υπέρ της παραγωγής φθηνών προϊόντων σε τοπικό επίπεδο και υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος.
Οι εισαγωγές π.χ. κρέατος, γάλακτος και γεωργικών προϊόντων αποτελούν ντροπή για τη χώρα μας.
Η καθετοποίηση, όμως, των μονάδων παραγωγής των προϊόντων αυτών και προς την κατεύθυνση της ενεργειακής αξιοποίησης των αποβλήτων και υπολειμμάτων τους θα βοηθήσει την ανάπτυξή τους και τη δημιουργία νέων μονάδων, που έχει ανάγκη η χώρα μας, τις οποίες μπορεί να στηρίξει γιατί διαθέτει ανθρώπους με την εμπειρία και την τεχνογνωσία που απαιτούνται.
Οι επιχειρηματικές αυτές δράσεις της ενεργειακής αξιοποίησης ολόκληρης της βιομάζας που θα προέρχεται από εκτάσεις, από μεταποιητικές και βιομηχανικές μονάδες, από αστικά κέντρα κ.ά., στα πλαίσια ενός βιοδιυλιστηρίου που μπορεί να αναπτυχθεί για τον σκοπό αυτόν σε κάθε περιοχή της χώρας μας, με την ουσιαστική συμμετοχή και του πρωτογενούς τομέα, αποτελεί ένα πρότυπο επιχειρηματικό μοντέλο, ικανό να οδηγήσει την τοπική κοινωνία σε οικονομική και κοινωνική άνθηση.
Για τον αγρότη πρέπει να τονίσουμε ότι μόνο όταν ο ίδιος γίνει ένας σύγχρονος επιχειρηματίας, ο οποίος δεν θα παραδίδει τη σοδειά του και θα εισπράττει την επιδότηση, όπως έκανε μέχρι τώρα, αλλά θα αξιοποιεί το χωράφι του με στόχο τη μέγιστη πρόσοδο σε ετήσια βάση και την προστασία του περιβάλλοντος και της δικής του υγείας και ο οποίος θα συνεργάζεται με το μεταποιητικό τομέα, από το στάδιο της πρωτογενούς παραγωγής μέχρι και το στάδιο της διάθεσης των τελικών προϊόντων, στα πλαίσια μιας σύγχρονης, υγιούς και κάθετης επιχειρηματικής δράσης, μόνο τότε μπορούν να προκύψουν βιώσιμες λύσεις και θα μπορούμε να μιλάμε για πραγματική ανάπτυξη της αγροτικής και γενικότερα της εθνικής οικονομίας.
Τα ίδια ισχύουν και για τους επιχειρηματίες του μεταποιητικού και βιομηχανικού τομέα.
Η βιομηχανική δράση ολοκληρώνεται και ο κύκλος της παραγωγής υπηρεσιών και προϊόντων κλείνει παγκοσμίως με τη διαχείριση και κυρίως με την αξιοποίηση των αποβλήτων και υπολειμμάτων τους.
Οι πολιτικές των κρατών πρέπει να συμπεριλάβουν κίνητρα ανάπτυξης μοντέλων κάθετης παραγωγής βιοκαυσίμων δεύτερης - τρίτης γενιάς και ενέργειας, κυρίως από την απόβλητη και υπολειμματική βιομάζα, φιλικών προς το περιβάλλον και ικανών να αποτελέσουν καταλύτες για την οικονομική ανάπτυξη και ευημερία.